Greve στα ελληνικά

Μετάφραση: greve, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετρώ, κόμης, υπολογίζω, αρίθμηση, Count, Καταμέτρηση, μετράνε
Greve στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • graviditet στα ελληνικά - εγκυμοσύνη, κύηση, κυοφορία, εγκυμοσύνης, της εγκυμοσύνης, κύησης
  • gren στα ελληνικά - κλάδος, κλαδί, υποκατάστημα, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου
  • gribe στα ελληνικά - λαβή, καταλαμβάνω, πιάνω, αρπάζω, κλώσημα, συλλαμβάνω, σφίγγω, ...
  • grim στα ελληνικά - άσχημος, απαίσιος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
Τυχαίες λέξεις
Greve στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετρώ, κόμης, υπολογίζω, αρίθμηση, Count, Καταμέτρηση, μετράνε