Λέξη: αφιέρωμα
Σχετικές λέξεις: αφιέρωμα
αφιέρωμα στο πάσχα, αφιέρωμα στην 25η μαρτίου, αφιέρωμα english, αφιέρωμα στον μάρκο βαμβακάρη, αφιέρωμα στα φαγητά των 90s, αφιέρωμα μελίνα μερκούρη, αφιέρωμα αγγλικά, αφιέρωμα στην 25 μαρτίου, αφιέρωμα στον ομπράντοβιτς, αφιέρωμα στον μητροπάνο
Συνώνυμα: αφιέρωμα
όρκος, επίσημη υπόσχεση, υπόσχεση με όρκο εις τον θεόν, τάμμα, αφιέρωση
Μεταφράσεις: αφιέρωμα
αφιέρωμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
feature, oblation, tribute, dedicated, tribute to, homage
αφιέρωμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
característica, rasgo, atributo, oblación, ofrenda, la oblación, oblation
αφιέρωμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
feuilleton, besonderheit, fähigkeit, merkmal, einrichtung, eigenschaft, Opfergabe, Opfer, Speisopfer, oblation
αφιέρωμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
caractériser, représenter, figurer, trait, attribut, propriété, marquer, accentuer, linéament, oblation, offrande, l'oblation, offrande de gâteau, offrandes
αφιέρωμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sacrifizio, oblazione, dell'oblazione, un'oblazione, all'oblazione
αφιέρωμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
característica, pena, oblação, oferta, oferenda, oblation, oferta de cereais
αφιέρωμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
karaktertrek, gelaatstrek, trek, offerande, offergave, gave, spijsoffer, offer
αφιέρωμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
особенность, примета, деталь, штрих, предзнаменование, признак, свойство, черта, знак, чёрточка, жертва, приношение, жертвоприношение, приношение хлебное
αφιέρωμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oblation, matoffer, offer, offerets, ildoffer
αφιέρωμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spisoffer, oblation, offergärds, offergåva, såsom spisoffer därtill
αφιέρωμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
piirre, kasvonpiirre, ruokauhri, ruokauhriksi, ruokauhria, ruokauhrin, tuoman ylennysuhrin
αφιέρωμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
oblation, Afgrødeoffer, Offergave, Offer, daglige Afgrødeoffer
αφιέρωμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyznačovat, představit, zobrazit, vlastnost, figurovat, tah, charakterizovat, rys, zdůraznit, zdůrazňovat, oběť, dar, obět, obět suchou, obětina
αφιέρωμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uwypuklać, rys, cechować, wyróżnik, uwydatnić, uwypuklić, przedstawiać, osobowość, opisywać, właściwość, uwydatniać, reportaż, cecha, ofiara, oblation, ofiarny, oblacja
αφιέρωμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
attrakció, arcvonás, áldozat, ételáldozatul, áldozatul, áldozatra, ételáldozatot
αφιέρωμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
özellik, adak, oblation, aşai rabbani ayini, kurban
αφιέρωμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ознака, риса, особливість, жертва, жертву
αφιέρωμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tipar, blatim, sakrificë, oferta, ofertat, oferta e
αφιέρωμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дар, жертвоприношение, жертва, хлебен принос, принесе принос
αφιέρωμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ахвяра, жертва
αφιέρωμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tunnus, põhilugu, joon, ohvriand, ohvrilohuga, roaohvri
αφιέρωμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
posebnost, članak, značajka, osobina, svojstvo, pričest, žrtvovanje, pridržano područje, prinošenje žrtve, prinosi
αφιέρωμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
matfórn, fórnargjöf
αφιέρωμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Donorystė, Auka, atnašų, Oblacja, duonos auka
αφιέρωμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ziedošana
αφιέρωμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
жртва
αφιέρωμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
caracteristică, jertfă, darul, dar de mâncare, prinos, ofrandă
αφιέρωμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
daritve
αφιέρωμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rys, obeť, obetu, obete, obeta, obeťou
Στατιστικά δημοτικότητας: αφιέρωμα
Τυχαίες λέξεις