Ingeniør στα ελληνικά

Μετάφραση: ingeniør, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανικός, μηχανεύομαι, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί
Ingeniør στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ingefær στα ελληνικά - τζίντζερ, πιπερόριζα, το τζίντζερ, πιπερόριζας, πιπεροριζών
  • ingen στα ελληνικά - κανένας, κανείς, όχι, αριθ, δεν, καμία, κανένα
  • ingeniørfag στα ελληνικά - τεχνολογία, μηχανική, Μηχανικών, μηχανικής, μηχανικού, Engineering
  • ingenting στα ελληνικά - τίποτα, τίποτε, τίποτα δεν, δεν, καμία
Τυχαίες λέξεις
Ingeniør στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανικός, μηχανεύομαι, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί