Kano στα ελληνικά
Μετάφραση: kano, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανό, κανόε, canoe, με κανό, το κανό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kanel στα ελληνικά - κανέλα, κανέλας, κανέλλα, κανέλλας, την κανέλα
- kanin στα ελληνικά - κουνέλι, κουνελιού, κουνελιών, κονίκλου, κουνέλια
- kanon στα ελληνικά - κανόνι, πυροβόλο, το κανόνι, κανονιού, κανόνια
- kant στα ελληνικά - μεθόριος, περιστόμιο, άκρη, χείλος, σύνορο, ρέλι, άκρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Kano στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανό, κανόε, canoe, με κανό, το κανό
Μεταφράσεις: κανό, κανόε, canoe, με κανό, το κανό