Led στα ελληνικά

Μετάφραση: led, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάρθρωση, κοψίδι, γόμφος, κοινός, άρθρωση, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει
Led στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lavtryk στα ελληνικά - κατάθλιψη, χαμηλός, ύφεση, χαμηλή πίεση, χαμηλής πίεσης, χαμηλής πιέσεως, χαμηλή πίεση του
  • le στα ελληνικά - γελώ, δρεπάνι, Le, Το Le, λε, του Le
  • lede στα ελληνικά - διαγωγή, φέρσιμο, συμπεριφορά, μόλυβδος, ξεναγός, λουρί, ηγούμαι, ...
  • ledelse στα ελληνικά - κατεύθυνση, διοίκηση, ηγεσία, ηγεσίας, την ηγεσία, ηγετική, ηγετικές
Τυχαίες λέξεις
Led στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάρθρωση, κοψίδι, γόμφος, κοινός, άρθρωση, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει