Λέξη: απομίμηση

Σχετικές λέξεις: απομίμηση

απομίμηση καβουριού, απομίμηση σοκολάτας, απομίμηση μαρμάρου, απομίμηση ξύλου, απομίμηση κάμερας παρακολούθησης, απομίμηση πέτρας, απομίμηση ugg, απομίμηση αρωμάτων, απομίμηση iphone 5, απομίμηση iphone

Συνώνυμα: απομίμηση

απάτη, διακωμώδηση, μίμηση, παραποίηση

Μεταφράσεις: απομίμηση

απομίμηση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
imitation, fake, counterfeiting, imitation of, imitate

απομίμηση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
remedo, imitación, la imitación, de imitación, imitación de, imitaciones

απομίμηση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fälschung, karikatur, unecht, nachahmung, falsch, Imitation, Nachahmung, Kunst, Imitat, nachgemachte

απομίμηση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
faux, caricature, factice, pastiche, imitation, simili, copie, l'imitation, imitations, aspect, imitation de

απομίμηση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
imitazione, copia, aspetto, d'imitazione, l'imitazione, imitazioni

απομίμηση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
imitação, imitation, imitação de, de imitação, a imitação

απομίμηση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
imitatie, namaak, navolging, nabootsing, vals

απομίμηση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
наследование, имитация, эпигонство, подражание, подделка, имитатор, имитирование, суррогат, копирование, имитации, имитацией, имитационный

απομίμηση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
imitasjon, etterligning, imitert

απομίμηση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
efterbildning, imitation, oäkta, konst, imitationer

απομίμηση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
väärennös, jäljitelmä, vale-, mukaelma, epäaidot, jäljitelmät, pukukorut, imitation

απομίμηση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
efterligning, imiteret, imitation, efterligninger

απομίμηση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
napodobenina, napodobování, imitování, imitace, napodobení, imitací

απομίμηση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podróbka, naśladownictwo, imitacja, naśladowanie, wzorowanie, podszywanie, odwzorowanie, imitacji, imitacją

απομίμηση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mesterséges, utánzat, utánozás, utánzás, utánzata, bizsu, utánzása

απομίμηση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
taklit, karikatür, sahte, imitasyon, taklidi, suni

απομίμηση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
штучна, штучне, підробка, сурогат, наслідування, імітація

απομίμηση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
imitim, bizhuterive, e bizhuterive, imitimi, imitim të

απομίμηση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
карикатура, имитация, имитация на, подражание, имитации, имитацията

απομίμηση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
імітацыя

απομίμηση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jäljendus, imitatsioon, imitatsioonid, jäljendamise, kunstnahast, kunstnahk

απομίμηση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oponašanje, imitacija, imitaciju, za imitaciju, imitacije

απομίμηση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eftirlíking, eftirlíkingu, eftirlíkingar, eftirlíkingar af, herma eftir

απομίμηση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
karikatūra, imitacija, imitacijos, imitavimo, dirbtinės, imitavimas

απομίμηση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
viltots, imitācija, imitācijas, atdarinājums, imitāciju, atdarināšanu

απομίμηση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
имитација, имитирање, имитацијата, вештачка, имитација на

απομίμηση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
caricatură, fals, imitație, imitație de, imitatie, imitații, imitații de

απομίμηση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
imitacija, posnemanje, imitacije, imitacijo, posnemanjem

απομίμηση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
napodobení, imitácia, imitácie
Τυχαίες λέξεις