Sød στα ελληνικά

Μετάφραση: sød, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλυκός, μαλακός, τρυφερός, καραμέλα, ήπιος, πράος, ευγενικός, απαλός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές
Sød στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sætte στα ελληνικά - βάζω, καθορισμένος, πόζα, ξαπλώνω, μέρος, ποζάρω, τοποθετώ, ...
  • sø στα ελληνικά - λίμνη, λίμνης, στη λίμνη, λίμνη της, Λέικ
  • søge στα ελληνικά - ψάχνω, αναζητώ, έρευνα, Αναζήτηση, αναζήτησης, Η αναζήτηση, αναζήτησή
  • sølv στα ελληνικά - ασημί, ασημένιος, ασήμι, ασημένια, αργύρου, ασημένιο
Τυχαίες λέξεις
Sød στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλυκός, μαλακός, τρυφερός, καραμέλα, ήπιος, πράος, ευγενικός, απαλός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές