Skala στα ελληνικά

Μετάφραση: skala, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίμακας, κλιμάκωση, λέπι, κλίμακα, μέγεθος, ζυγαριά
Skala στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • skaft στα ελληνικά - μεταχειρίζομαι, χειρίζομαι, χερούλι, στέλεχος, άξονα, άξονας, ατράκτου, ...
  • skak στα ελληνικά - σκάκι, σκακιού, το σκάκι, του σκακιού, chess
  • skaldet στα ελληνικά - φαλακρός, καραφλός, φαλακρό, Bald, φαλακρά, φαλακροί
  • skaldyr στα ελληνικά - θαλασσινά, μαλάκια, οστρακοειδή, οστρακοειδών, για οστρακοειδή, οστρακοκαλλιέργειας, οστρακόδερμα
Τυχαίες λέξεις
Skala στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίμακας, κλιμάκωση, λέπι, κλίμακα, μέγεθος, ζυγαριά