Κλίμακα στα δανικά

Μετάφραση: κλίμακα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skala, skæl, omfang, målestok, omfanget, skalaen
Κλίμακα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλίμακα

κλίμακα υπολογισμού του κοινωνικού μερίσματος, κλίμακα φορολογίας εισοδήματος 2014, κλίμακα ρίχτερ, κλίμακα likert, κλίμακα γλασκώβης, κλίμακα λεξικό γλώσσας δανικά, κλίμακα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κλίβανος στα δανικά - smelteovn, ovn, ovnen, ovnens
  • κλίμα στα δανικά - klima, klimaet, klima-
  • κλίμακας στα δανικά - skæl, skala, omfang, målestok, omfanget, skalaen
  • κλίνω στα δανικά - tynd, afslå, afvise, mager, støtte, lean, magert, ...
Τυχαίες λέξεις
Κλίμακα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skala, skæl, omfang, målestok, omfanget, skalaen