Sum στα ελληνικά

Μετάφραση: sum, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνολο, ποσό, ανέρχομαι, πράξη, ολικός, ποσόν, άθροισμα, ποσού, αθροίσματος
Sum στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sult στα ελληνικά - πείνα, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
  • sulten στα ελληνικά - πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
  • sump στα ελληνικά - μαζεύω, έλος, βάλτος, τέλμα, βάλτο, βάλτου
  • sund στα ελληνικά - ζωντανός, φρέσκος, υγιής, δροσερός, νωπός, υγιή, υγιείς, ...
Τυχαίες λέξεις
Sum στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνολο, ποσό, ανέρχομαι, πράξη, ολικός, ποσόν, άθροισμα, ποσού, αθροίσματος