Varme στα ελληνικά
Μετάφραση: varme, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζέστη, ζεσταίνω, θερμαίνω, ζεστός, ζεστασιά, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, θερμότητος, θερμικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- varetægt στα ελληνικά - φροντίζω, προσοχή, φροντίδα, επιμέλεια, φύλαξη, κράτηση, επιμέλειας, ...
- varm στα ελληνικά - ζεστός, καυτό, καυτός, ζεστό, ζεστού, θερμό
- vase στα ελληνικά - βαζάκι, βάζο, αγγείο, αγγείου, αγγείων
- vask στα ελληνικά - ναυαγώ, νεροχύτης, βυθίζω, βυθίζομαι, πλύση, νεροχύτη, νιπτήρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Varme στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζέστη, ζεσταίνω, θερμαίνω, ζεστός, ζεστασιά, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, θερμότητος, θερμικής
Μεταφράσεις: ζέστη, ζεσταίνω, θερμαίνω, ζεστός, ζεστασιά, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, θερμότητος, θερμικής