Λέξη: καβουράκι
Σχετικές λέξεις: καβουράκι
καπέλα καβουράκι, καβουράκι ανδρικό, καβουράκι καπέλο
Μεταφράσεις: καβουράκι
καβουράκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
crab, KAVOURAKIA, crabs, Kavourakia is
καβουράκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cangrejo, Kavourakia, Kavourakia se
καβουράκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nörgler, laufkatze, krebs, krabbe, nörgelei, nörgeln, winde, taschenkrebs, KAVOURAKIA
καβουράκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tourteau, cancre, crabe, Kavourakia
καβουράκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
granchio, Kavourakia
καβουράκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caranguejo, animal, Kavourakia
καβουράκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
krab, Kavourakia
καβουράκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неудобство, неудача, вилки, рак, краб, Kavourakia
καβουράκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
krabbe, Kavourakia
καβουράκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krabba, Kavourakia
καβουράκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
taskurapu, parjata, Kavourakia
καβουράκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
krabbe, Kavourakia, Kavourakias
καβουράκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
krab, Kavourakia, Kavourakia je, Kavourakia je k
καβουράκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dźwig, rak, krab, Kavourakia
καβουράκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vasháromláb, kötéloszlop, bírálat, láncbak, gerendely, forgótengely, kötél, tarisznyarák, elmozdulás, hengerkerék, kötéldob, kritika, Kavourakia, Azalea
καβουράκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pavurya, çağanoz, yengeç, Kavourakia
καβουράκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
краб, невдача, рак, незручність, дратівливий, Kavourakia
καβουράκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
KAVOURAKIA
καβουράκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Kavourakia
καβουράκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Kavourakia
καβουράκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
krabi, satikas, Kavourakia
καβουράκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
račić, rakovica-golema, KAVOURAKIA
καβουράκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
KAVOURAKIA
καβουράκι στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
cancer
καβουράκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
KAVOURAKIA
καβουράκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
Kavourakia
καβουράκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
KAVOURAKIA
καβουράκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Kavourakia, Kavourakia cu, Kavourakia cu privire
καβουράκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rak, KAVOURAKIA
καβουράκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
krab, Kavourakia
Τυχαίες λέξεις