Εντάσσω στα αγγλικά
Μετάφραση: εντάσσω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
enrol, enlist, I include
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντάσσω
εντάσσω ετυμολογια, εντάσσω english, εντάσσω κλίση, εντάσσω συνώνυμα, εντάσσω μετάφραση, εντάσσω λεξικό γλώσσας αγγλικά, εντάσσω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ενστικτώδης στα αγγλικά - instinctive, intuitive, instinctual, gut, visceral
- ενσωματώνω στα αγγλικά - incorporate, embed, embody
- εντατικά στα αγγλικά - intensively, intensive, intensely, extensively, actively
- εντατικοποίηση στα αγγλικά - intensification, intensifying, intensify, intensified, stepping
Τυχαίες λέξεις
Εντάσσω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: enrol, enlist, I include
Μεταφράσεις: enrol, enlist, I include