Στοχασμός στα αγγλικά
Μετάφραση: στοχασμός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
contemplation, meditation, thought, reflection, thinking
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: στοχασμός
thought
- σκέψη
- αναλογισμός
- στοχασμός
- σκέψη
- αυτοσυγκέντρωση
- στοχασμός
Σχετικές λέξεις: στοχασμός
κριτικός στοχασμός, στοχασμός wikipedia, στοχασμός συνώνυμο, στοχασμός ορισμός, στοχασμός του θανάτου, στοχασμός λεξικό γλώσσας αγγλικά, στοχασμός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- στουπί στα αγγλικά - tow, wad, lint, oakum, wadding
- στουρνάρι στα αγγλικά - blockhead, flint, Stournari
- στοχαστικός στα αγγλικά - contemplative, reflective, thoughtful, stochastic
- στοχεύω στα αγγλικά - target, I aim, I target
Τυχαίες λέξεις
Στοχασμός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: contemplation, meditation, thought, reflection, thinking
Μεταφράσεις: contemplation, meditation, thought, reflection, thinking