Εκτεταμένα στα αλβανικά
Μετάφραση: εκτεταμένα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjerësisht, gjerësisht të, gjerësisht në
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτεταμένα
εκτεταμένα ελληνικά, εκτεταμένα εγκαύματα, εκτεταμένα δελτία δεδομένων ασφαλείας, εκτεταμένα λεξικό γλώσσας αλβανικά, εκτεταμένα στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- εκτείνω στα αλβανικά - shtrij, zgjeroj, zgjat, shpalosem, shtrihem, shtrirë, shpaloset, ...
- εκτελώ στα αλβανικά - zbatoj, kryej, kryer, të kryer, kryejnë, kryejë
- εκτεταμένος στα αλβανικά - i gjerë, gjerë, të gjerë, e gjerë, gjera
- εκτιμητής στα αλβανικά - vlerësues, Vlerësues i, Vlerësues i ndërtimeve, preventivues
Τυχαίες λέξεις
Εκτεταμένα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: gjerësisht, gjerësisht të, gjerësisht në
Μεταφράσεις: gjerësisht, gjerësisht të, gjerësisht në