Υπαγορεύω στα αλβανικά
Μετάφραση: υπαγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
diktat, diktojnë, diktojë, të diktojë, të diktojnë
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαγορεύω
απαγορεύω συνώνυμο, υπαγορεύω συνώνυμα, απαγορεύω english, απαγορευω αγγλικα, υπαγορεύω λεξικό γλώσσας αλβανικά, υπαγορεύω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- υπέροχος στα αλβανικά - i mrekullueshëm, mrekullueshme, e mrekullueshme, të mrekullueshme, mrekullueshëm
- υπήκοος στα αλβανικά - subjekt, temë, kombëtar, kombëtare, nacionale, shtetas, nacional
- υπαγόρευση στα αλβανικά - diktim, diktimin, urdhër
- υπαινίσσομαι στα αλβανικά - lë të kuptohet, hedh fjalën, të lë të kuptohet, shtie, rikrijimin
Τυχαίες λέξεις
Υπαγορεύω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: diktat, diktojnë, diktojë, të diktojë, të diktojnë
Μεταφράσεις: diktat, diktojnë, diktojë, të diktojë, të diktojnë