Άπατος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άπατος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
shortchange
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άπατος
άπατος συνώνυμα, άπατος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άπατος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άξονας στα βουλγαρικά - хуй, вал, кур, копие, ос, оста, оси, ...
- άοπλος στα βουλγαρικά - невъоръжен, невъоръжена, невъоръжени, без оръжие, въоръжен
- άπαχος στα βουλγαρικά - торий, слаб, постно, на постно, постно крехко, стройна
- άπειρο στα βουλγαρικά - безкрайност, безкрайността, инфинити, безкрая, безкрай
Τυχαίες λέξεις
Άπατος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: shortchange
Μεταφράσεις: shortchange