Άπατος στα ολλανδικά
Μετάφραση: άπατος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bedriegen, shortchange, afzetten
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άπατος
άπατος συνώνυμα, άπατος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άπατος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- άξονας στα ολλανδικά - mijnschacht, straal, spil, spaak, schacht, as, hartlijn, ...
- άοπλος στα ολλανδικά - ongewapend, ongewapende, onbewapende, onbewapend, unarmed
- άπαχος στα ολλανδικά - stutten, steunen, mager, schragen, sprietig, schraal, leunen, ...
- άπειρο στα ολλανδικά - oneindigheid, oneindig, infinity, oneindige, overloopzwembad
Τυχαίες λέξεις
Άπατος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bedriegen, shortchange, afzetten
Μεταφράσεις: bedriegen, shortchange, afzetten