Αναδευτήρας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αναδευτήρας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
общителен човек, бъркачка, смесител, блендер, пасатор
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναδευτήρας
αναδευτήρας kenwood, αναδευτήρας μελιού, αναδευτήρας ζύμης, αναδευτήρας κομποστοποίησης, αναδευτήρας χρωμάτων, αναδευτήρας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναδευτήρας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναδίνω στα βουλγαρικά - изпарявам, издишайте, издишвате, издишвайте, издишвам
- αναδασώνω στα βουλγαρικά - лесонасаждение, залесяване, ежегодното засаждане на дървета
- αναδεύω στα βουλγαρικά - агитирам, възбуждам, обмислям, обсъждам, вълнувам
- αναδημιουργώ στα βουλγαρικά - пресъздаде, пресъздават, пресъздадат, се пресъздаде, пресъздаване
Τυχαίες λέξεις
Αναδευτήρας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: общителен човек, бъркачка, смесител, блендер, пасатор
Μεταφράσεις: общителен човек, бъркачка, смесител, блендер, пасатор