Αναδευτήρας στα ουκρανικά
Μετάφραση: αναδευτήρας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
змішувач, Смеситель
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναδευτήρας
αναδευτήρας kenwood, αναδευτήρας μελιού, αναδευτήρας ζύμης, αναδευτήρας κομποστοποίησης, αναδευτήρας χρωμάτων, αναδευτήρας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναδευτήρας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αναδίνω στα ουκρανικά - випускати, виділяти, поширювати, видавати, видихати
- αναδασώνω στα ουκρανικά - залісіть, відновлювати, відбудовувати, відновити
- αναδεύω στα ουκρανικά - хвилювати, ворушіння, переполох, розмішування, агітувати, агітуватиме, агітуватимуть
- αναδημιουργώ στα ουκρανικά - легкодухий, боягуз, трус, боягузливий, зрадницький, відтворити, відновити
Τυχαίες λέξεις
Αναδευτήρας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: змішувач, Смеситель
Μεταφράσεις: змішувач, Смеситель