Αστυνομία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αστυνομία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
полиция, полицейски, полицията, полицейското, полицейско
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστυνομία
αστυνομία ξάνθης, αστυνομία κρίσεις, αστυνομία βαθμοί, αστυνομία ενόπλων δυνάμεων, αστυνομία κύπρου, αστυνομία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αστυνομία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αστρονόμος στα βουλγαρικά - астроном, астрономът, астронома, астроном от
- αστροφυσική στα βουλγαρικά - астрофизика, астрофизиката, астрофизик, астрофизика на
- αστυνομεύω στα βουλγαρικά - полиция, Policing, полицейска, полицейската дейност, полицейска дейност, полицията в
- αστυνόμος στα βουλγαρικά - шериф, фелдмаршал, излагам системно, въвеждам тържествено, излагам ясно
Τυχαίες λέξεις
Αστυνομία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: полиция, полицейски, полицията, полицейското, полицейско
Μεταφράσεις: полиция, полицейски, полицията, полицейското, полицейско