Βουκολικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βουκολικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пасторален, идиличен, селски, идиличната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουκολικός
βουκολικός ορισμός, βουκολικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βουκολικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βοτανικός στα βουλγαρικά - ботаничен, Ботаническата, ботаническа, ботанически, ботаническото
- βουίζω στα βουλγαρικά - бучене, бръмчене, бръмча, оживление, воня
- βουλή στα βουλγαρικά - парламент, къща, къщата, дом, къща с
- βουλιάζω στα βουλγαρικά - мивка, мивката, поглътител, поглътител на, умивалник
Τυχαίες λέξεις
Βουκολικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пасторален, идиличен, селски, идиличната
Μεταφράσεις: пасторален, идиличен, селски, идиличната