Βουκολικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: βουκολικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
провинцијален, пасторален
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουκολικός
βουκολικός ορισμός, βουκολικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βουκολικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- βοτανικός στα σλαβομακεδονικά - ботанички, ботаничка, ботаничката, ботаничките, ботаничко
- βουίζω στα σλαβομακεδονικά - потпевнувам, Хмм, шум, ѕуење, hum
- βουλή στα σλαβομακεδονικά - куќа, куќата, дом, House, домот
- βουλιάζω στα σλαβομακεδονικά - мијалник, потоне, мијалникот, тонат, лавабото
Τυχαίες λέξεις
Βουκολικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: провинцијален, пасторален
Μεταφράσεις: провинцијален, пасторален