Εξακολουθώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εξακολουθώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
продължавам, продължи, продължат, да продължи, продължават
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξακολουθώ
εξακολουθώ να σ ακολουθώ, εξακολουθώ συνωνυμα, εξακολουθώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξακολουθώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εξαιρετικά στα βουλγαρικά - извънредно, крайно, изключително, много, особено
- εξαιρετικός στα βουλγαρικά - изключителен, изключително, изключителна, изключителни, извънредна
- εξακοντίζω στα βουλγαρικά - стрелям, стреля, застреля, стрелят, застрелям
- εξακριβώνω στα βουλγαρικά - Установява, Проверява, Уверете, Проверява се, Уверете се
Τυχαίες λέξεις
Εξακολουθώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: продължавам, продължи, продължат, да продължи, продължават
Μεταφράσεις: продължавам, продължи, продължат, да продължи, продължават