Επιτήδειος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιτήδειος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сръчен, пъргав, ловко, умел, сръчно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτήδειος
επιτήδειος συνώνυμα, επιτήδειοσ γιώργοσ, επιτήδειος γεωργιος, επιτήδειος συνώνυμο, επιτήδειος λεξικο, επιτήδειος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιτήδειος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επισφαλής στα βουλγαρικά - шапки, несигурен, несигурни, несигурна, несигурно, ненадежден
- επισύρω στα βουλγαρικά - понесат, понася, понесе, дължи, поема
- επιτήδευμα στα βουλγαρικά - призвание, търговия, занаят, търговско, търговска, търговски, търговията
- επιτήδευση στα βουλγαρικά - притворство, изтънченост, сложност, съвършенство, изисканост, усъвършенстване
Τυχαίες λέξεις
Επιτήδειος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сръчен, пъргав, ловко, умел, сръчно
Μεταφράσεις: сръчен, пъргав, ловко, умел, сръчно