Κύστη στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κύστη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мехур, пикочния мехур, на пикочния мехур, пикочен мехур
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κύστη
κύστη στο στήθος, κύστη στο συκώτι, κύστη baker, κύστη κόκκυγα εγχειρηση, κύστη στην ωοθήκη, κύστη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κύστη στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κύρτωμα στα βουλγαρικά - изпъкналост, кривина, камери са ориентирани, страничен наклон на предните, наклон на предните
- κύρωση στα βουλγαρικά - наказание, санкция, глоба, санкции, санкция в
- κύτταρο στα βουλγαρικά - частица, клетка, клетъчна, клетъчната, клетъчен, клетъчно
- κώδικας στα βουλγαρικά - кодекс, код, код по, код на
Τυχαίες λέξεις
Κύστη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мехур, пикочния мехур, на пикочния мехур, пикочен мехур
Μεταφράσεις: мехур, пикочния мехур, на пикочния мехур, пикочен мехур