Λαιμός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λαιμός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шия, врат, гърло, деколте, гърлото, в гърлото, на гърлото
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαιμός
λαιμός εφοπλιστής κορη, λαιμός σέλας, λαιμός χοιρινός, λαιμός τιμονιού ρυθμιζόμενος, λαιμός εφοπλιστής wikipedia, λαιμός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λαιμός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λαθροκυνηγός στα βουλγαρικά - Бракониери, Бракониерите, Poachers
- λαιμαργία στα βουλγαρικά - лакомия, ненаситност, преяждане, лакомията, чревоугодничество
- λακκάκι στα βουλγαρικά - смачка, трапчинка, падина, вълничка, набраздена, с набраздена
- λακωνικός στα βουλγαρικά - лаконичен, лаконична, лаконично, лаконични, лаконичното
Τυχαίες λέξεις
Λαιμός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шия, врат, гърло, деколте, гърлото, в гърлото, на гърлото
Μεταφράσεις: шия, врат, гърло, деколте, гърлото, в гърлото, на гърлото