Λαιμός στα εσθονικά
Μετάφραση: λαιμός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kõri, kael, maasäär, kurk, kurgu, kurgus, kurku
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαιμός
λαιμός εφοπλιστής κορη, λαιμός σέλας, λαιμός χοιρινός, λαιμός τιμονιού ρυθμιζόμενος, λαιμός εφοπλιστής wikipedia, λαιμός λεξικό γλώσσας εσθονικά, λαιμός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- λαθροκυνηγός στα εσθονικά - salakütt, Poachers, salaküttide, salakütte, salakütid, salaküttidest
- λαιμαργία στα εσθονικά - õgardlikkus, aplus, ahnus, liigsöömisele, õgardlus, laskunud liigsöömise, Ahminta
- λακκάκι στα εσθονικά - naeratama, põselohk, lohk, lohuke, komplikatsioone, kuopanteita jhk, lohu
- λακωνικός στα εσθονικά - napisõnaline, lakooniline, lakoonilise, lakoonilised, napisõnalise, lakooniliste
Τυχαίες λέξεις
Λαιμός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kõri, kael, maasäär, kurk, kurgu, kurgus, kurku
Μεταφράσεις: kõri, kael, maasäär, kurk, kurgu, kurgus, kurku