Λερώνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: λερώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
теснина, оплесквам
Λερώνω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λερώνω

λερώνω αγγλικα, λερώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λερώνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • λεπτότητα στα βουλγαρικά - изящество, тънкост, финес, финост, изостреност, острота
  • λερωμένος στα βουλγαρικά - раздърпан
  • λευκαντικό στα βουλγαρικά - белина, изрусител, на белина, изрусител за
  • λευκοπλάστης στα βουλγαρικά - лепенки, лейкопласт, самозалепваща се лента, залепваща лента, адхезивна лента
Τυχαίες λέξεις
Λερώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: теснина, оплесквам