Теснина στα ελληνικά
Μετάφραση: теснина, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λερώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, κηλιδώνω, στενός, στενό, στενά, στενή, στενές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- терпентин στα ελληνικά - νέφτι, Τερεβινθέλαιο, με Τερεβινθέλαιο, Τερεβιθίνη, Τερεβινθέλαιο κατά
- тесен στα ελληνικά - στενός, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
- теснотия στα ελληνικά - αγωνία, άγχος, αγωνίας, οδύνη, την αγωνία
- тест στα ελληνικά - τρέχω, ελέγχω, δίκη, δοκιμασία, δοκιμή, δοκιμής, δοκιμών, ...
Τυχαίες λέξεις
Теснина στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λερώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, κηλιδώνω, στενός, στενό, στενά, στενή, στενές
Μεταφράσεις: λερώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, κηλιδώνω, στενός, στενό, στενά, στενή, στενές