Παστώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παστώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лекарство, пушена риба, момък, Кипър, соля и пуша риба
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παστώνω
παστώνω κρέας, παστώνω ψάρια, πιστώνω σημασία, παστώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παστώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πασπαλίζω στα βουλγαρικά - пръскам, поръсвам, ръся, се поръсва
- πασπατεύω στα βουλγαρικά - цигулка, гъдулка, цигулката, свиря на цигулка, губя си времето
- πασχίζω στα βουλγαρικά - усилие, стреми, стремят, полага усилия, се стреми
- πατάτα στα βουλγαρικά - картофи, картоф, картофен, картофено, картофени
Τυχαίες λέξεις
Παστώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лекарство, пушена риба, момък, Кипър, соля и пуша риба
Μεταφράσεις: лекарство, пушена риба, момък, Кипър, соля и пуша риба