Παστώνω στα δανικά

Μετάφραση: παστώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
behandle, kipper, forsvarsspilleren er meget utilfreds
Παστώνω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παστώνω

παστώνω κρέας, παστώνω ψάρια, πιστώνω σημασία, παστώνω λεξικό γλώσσας δανικά, παστώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πασπαλίζω στα δανικά - krudt, støv, pudder, pulver, drys, sprinkle, stænk, ...
  • πασπατεύω στα δανικά - violin, fiddle, violinen, rode, fiol
  • πασχίζω στα δανικά - anstrengelse, forsøg, indsats, bestræbe, bestræbe sig, bestræbe sig på, bestræber sig, ...
  • πατάτα στα δανικά - kartoffel, kartofler, kartoffelstivelse, potato, kartoffel-
Τυχαίες λέξεις
Παστώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: behandle, kipper, forsvarsspilleren er meget utilfreds