Προοδεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: προοδεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
развитие, давай напред, давай, отидете напред, продължи, продължи напред
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προοδεύω
προοδεύω αντίθετα, προοδεύω συνώνυμο, προοδεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, προοδεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- προοίμιο στα βουλγαρικά - предисловие, преамбюла, преамбюл, предисловия, уводна
- προοδευτικός στα βουλγαρικά - прогресивен, прогресивно, прогресивна, прогресивното, прогресираща
- προοπτική στα βουλγαρικά - наблюдение, кандидат, кандидатка, перспектива, гледна точка, перспективата, гледна точка на, ...
- προορίζω στα βουλγαρικά - предопределям, предназначавам, отреждам
Τυχαίες λέξεις
Προοδεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: развитие, давай напред, давай, отидете напред, продължи, продължи напред
Μεταφράσεις: развитие, давай напред, давай, отидете напред, продължи, продължи напред