Στοργή στα βουλγαρικά

Μετάφραση: στοργή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
привързаност, обич, любов, обичта, привързаността
Στοργή στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στοργή

στοργή συνώνυμα, στοργή παπανικολάου, στοργή γιαννιτσά, στοργή στο λαό δούβλης, στοργή παιδικός σταθμός, στοργή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στοργή στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • στολισμός στα βουλγαρικά - украшение, украса, накит, накити, украшения
  • στομάχι στα βουλγαρικά - живот, стомах, стомаха, на стомаха, стомашна, в стомаха
  • στοργικός στα βουλγαρικά - привързан, любящ, нежно, нежен, любяща
  • στουπί στα βουλγαρικά - теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб
Τυχαίες λέξεις
Στοργή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: привързаност, обич, любов, обичта, привързаността