Τρόμος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: τρόμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
страх, ужас, терор, треперене, тремор, тремора, трепет, трус
Τρόμος στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρόμος

τρόμος στο μετρό, τρόμος στο amityville, τρόμος και αθλιότητα του τρίτου ράιχ βιβλιο, τρόμος στα χέρια, τρόμος και αθλιότητα του τρίτου ράιχ pdf, τρόμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τρόμος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • τρυφερότητα στα βουλγαρικά - нежност, чувствителност, болезненост, нежността, крехкост
  • τρωκτικό στα βουλγαρικά - гризачи, гризач, на гризачи, от гризачи, за гризачи
  • τρόμπα στα βουλγαρικά - сърце, помпа, помпата, на помпата, помпи
  • τρόπαιο στα βουλγαρικά - трофей, трофея, статуетка, трофеи, трофейни
Τυχαίες λέξεις
Τρόμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: страх, ужас, терор, треперене, тремор, тремора, трепет, трус