Λέξη: δημιουργός

Σχετικές λέξεις: δημιουργός

δημιουργός διαγραμμάτων ροής download, δημιουργός της θεωρίας του υδροχοου, δημιουργός συνώνυμα, δημιουργός του facebook, δημιουργός μοντέλων download, δημιουργός ταυτισμένος με την άνδρο, δημιουργός των ηλεκτρονικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δημιουργός μοντέλων, δημιουργός διαγραμμάτων ροής, δημιουργός μοντέλων 2

Συνώνυμα: δημιουργός

κατασκευαστής, ποιητής, κάνων, πλάστης, γεννήτρια, γεννητόρας, γεννητώρ, παραγωγός, ηλεκτρική γεννήτρια, πρωτουργός, εισηγητής

Μεταφράσεις: δημιουργός

δημιουργός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
creator, maker, creative, originator, generator

δημιουργός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
creador, autor, creador de, creadora, el creador

δημιουργός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schöpferin, erschaffer, erschafferin, schöpfer, Erschaffer, Gestalter, Schöpfer, Urheber, Ersteller

δημιουργός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
auteur, créateur, créateur de, le créateur, créatrice

δημιουργός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
creatore, Creator, autore, ideatore, creatore di

δημιουργός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
criador, criado por, criado, criadora, criador de

δημιουργός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schepper, maker, creator, bedenker, ontwerper

δημιουργός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
создатель, бог, разработчик, автор, творец, созидатель, демиург, формирователь, Творец, автором, создателем, создателя

δημιουργός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skaper, skaperen, Creator, Turneringsleder, opprettet

δημιουργός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skapare, skaparen, Creator, upphovsman

δημιουργός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
luoja, Creator, luojan, luojana

δημιουργός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skaberen, Creator, skaber, Ophav, Skaberens

δημιουργός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
původce, stvořitel, strůjce, tvůrce, tvůrcem, autor, creator

δημιουργός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kreator, twórca, stwórca, twórcą, twórcę

δημιουργός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
alkotó, teremtő, modul használatát, a modul használatát, alkotója

δημιουργός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yaratıcı, yaratıcısı, creator, oluşturduğu, oluşturan

δημιουργός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
авторка, створювач, бог, творець, автор, авторе, засновник

δημιουργός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
krijues, krijuesi, Creator, krijuesi i, krijues të

δημιουργός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
създател, Creator, творец, създателя, създателят

δημιουργός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стваральнік, аўтар

δημιουργός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
looja, töö looja, loojana, creator, loojaks

δημιουργός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tvorac, stvaralac, kreator, Stvoritelj, Creator, stvaratelj

δημιουργός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Höfundur, Creator, skapari, skapara, skaparinn

δημιουργός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
creator, sator

δημιουργός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kūrėjas, autoriumi, autorius, kūrėja, kūrėjo

δημιουργός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
radītājs, autors, veidotājs, izveidotājs, autoru

δημιουργός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
творец, Создателот, креатор, креаторот, Направено од

δημιουργός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
creator, creatorul, creatorului, creator de, creatoare

δημιουργός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ustvarjalec, creator, kreator, stvarnik, ustvarjalca

δημιουργός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tvorca, tvorcov, tvorcu, tvorcom, tvorcovia

Στατιστικά δημοτικότητας: δημιουργός

Τυχαίες λέξεις