Τρόμος στα ουκρανικά

Μετάφραση: τρόμος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сум, переляк, терор, страх, тривога, жах, жахіття, паніка, збентежувати, збентежити, тремор, тремтіння
Τρόμος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρόμος

τρόμος στο μετρό, τρόμος στο amityville, τρόμος και αθλιότητα του τρίτου ράιχ βιβλιο, τρόμος στα χέρια, τρόμος και αθλιότητα του τρίτου ράιχ pdf, τρόμος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τρόμος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τρυφερότητα στα ουκρανικά - кохання, хворобу, прихильність, ласка, любов, ніжність, нежность
  • τρωκτικό στα ουκρανικά - їхав, гризун, білка
  • τρόμπα στα ουκρανικά - пемзи, насос
  • τρόπαιο στα ουκρανικά - приз, нагорода, трофей, видобуток, видобування
Τυχαίες λέξεις
Τρόμος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сум, переляк, терор, страх, тривога, жах, жахіття, паніка, збентежувати, збентежити, тремор, тремтіння