Τρόμος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τρόμος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
terrorismo, desânimo, pavor, terror, desalojar, receio, medo, tremor, tremores, o tremor, tremor de, de tremor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρόμος
τρόμος στο μετρό, τρόμος στο amityville, τρόμος και αθλιότητα του τρίτου ράιχ βιβλιο, τρόμος στα χέρια, τρόμος και αθλιότητα του τρίτου ράιχ pdf, τρόμος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τρόμος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τρυφερότητα στα πορτογαλικά - afeição, afecção, abalo, comoção, choque, ternura, tenderness, ...
- τρωκτικό στα πορτογαλικά - roedor, haste, roedores, de roedores, de roedor, do roedor
- τρόμπα στα πορτογαλικά - bombas, calcar, bomba, aspirar, bombear, vaporizar, bomba de, ...
- τρόπαιο στα πορτογαλικά - troféu, trophy, troféu de, do troféu, troféus
Τυχαίες λέξεις
Τρόμος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: terrorismo, desânimo, pavor, terror, desalojar, receio, medo, tremor, tremores, o tremor, tremor de, de tremor
Μεταφράσεις: terrorismo, desânimo, pavor, terror, desalojar, receio, medo, tremor, tremores, o tremor, tremor de, de tremor