Άτυχος στα δανικά

Μετάφραση: άτυχος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fattig, uheldig, uheldige, uheldigt
Άτυχος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άτυχος

είμαι άτυχος, άτυχος στα αγγλικά, άτυχος λεξικό γλώσσας δανικά, άτυχος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • άτρωτος στα δανικά - usårlig, usårlige, usårligt, usårlig over
  • άτυπος στα δανικά - uformel, uformelle, uformelt
  • άφεση στα δανικά - benådning, afskedige, remission, fritagelse, eftergivelse, eftergivelsen
  • άφησα στα δανικά - venstre, lad, lade, lader, lad os, så
Τυχαίες λέξεις
Άτυχος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fattig, uheldig, uheldige, uheldigt