Λέξη: άτυχος

Σχετικές λέξεις: άτυχος

είμαι άτυχος, άτυχος στα αγγλικά

Συνώνυμα: άτυχος

κακότυχος, ατυχής, άμοιρος

Μεταφράσεις: άτυχος

άτυχος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hapless, unlucky, luckless, unfortunate, an unlucky

άτυχος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desafortunado, mala suerte, de mala suerte, la mala suerte, mala suerte de

άτυχος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
glücklos, unglücklich, Pech, unglücklichen, unglückliche, Unglücks

άτυχος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
malencontreux, malchanceux, pitoyable, malheureux, misérable, infortuné, malheureuse, malchance, de chance

άτυχος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sfortunato, sfortunati, sfortunata, sfortuna, sventurato

άτυχος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
azarado, azar, azarão, infeliz, unlucky

άτυχος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ongelukkig, pech, ongelukkige, de pech, ongeluk

άτυχος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
несчастный, неудачный, незадачливый, злополучный, неудавшийся, горемычный, несчастливый, повезло, не повезло, везет

άτυχος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
uheldig, uheldige, uflaks, så uheldig

άτυχος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
olycklig, otur, olyckliga, olyckligt

άτυχος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
säälittävä, onneton, epäonninen, epäonnea, epäonnen, epäonnisen

άτυχος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fattig, uheldig, uheldige, uheldigt

άτυχος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nešťastný, smůlu, nešťastné, štěstí

άτυχος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
feralny, nieszczęśliwy, pechowy, pecha, szczęścia

άτυχος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szerencsétlen, peches, balszerencsés, szerencsés

άτυχος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şanssız, talihsiz, şanssız bir, unlucky, uğursuz

άτυχος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сердешний, невдачливий, нещасливий, нещасний, нещаслива, нещасливо

άτυχος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i pafat, pafat, e pafat, pa fat, fat

άτυχος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нещастен, Нещастната, късмет, нещастието, лош късмет

άτυχος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нешчаслівы, няшчасны, нешчасьлівы

άτυχος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õnnetu, haletsusväärne, õnnetuid, epäonninen, ebaõnn või vahelejäämine

άτυχος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nesretan, nesretni, sreće, nesretna, pokazati nesretan

άτυχος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óheppinn, óheppið, óheppnir, óheppni, óheppinn að

άτυχος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nelaimingas, vargšas, skurdus, pasisekė, nesiseka, nepasisekė, Pechowy

άτυχος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nabadzīgs, nelaimīgs, nelaimīgais, nelaimīga, neveicās

άτυχος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
несреќен, баксуз, среќа, несреќни, несреќните

άτυχος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
biet, ghinionist, nefericita, ghinion, cu ghinion

άτυχος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nesrečni, nesrečno, sreče, nesrečna

άτυχος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nešťastný, nešťastné, nešťastná
Τυχαίες λέξεις