Απεριποίητος στα αγγλικά

Μετάφραση: απεριποίητος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frowzy, scruffy, unkempt, sleazy, uncared for, neglected
Απεριποίητος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: απεριποίητος

sleazy
  • απεριποίητος
  • αδύνατος
  • λεπτός
scruffy
  • βρώμικος
  • απεριποίητος
unkempt
  • απεριποίητος
  • ακτένιστος
neglected
  • αφρόντιστος
  • απεριποίητος

Σχετικές λέξεις: απεριποίητος

απεριποίητος λεξικό γλώσσας αγγλικά, απεριποίητος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • απεργία στα αγγλικά - strike, walkout, a strike, the strike, strikes
  • απεργοσπάστης στα αγγλικά - scab, fink, ratter, blackleg, strikebreaker
  • απεριόριστα στα αγγλικά - freely, unlimited, infinitely, indefinitely, unlimitedly, unrestricted
  • απεριόριστος στα αγγλικά - unlimited, boundless, limitless, unrestricted, unbounded
Τυχαίες λέξεις
Απεριποίητος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: frowzy, scruffy, unkempt, sleazy, uncared for, neglected