Έντιμος στα δανικά
Μετάφραση: έντιμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ærlig, ærlige, ærligt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έντιμος
έντιμος συνωνυμα, έντιμος ορισμός, έντιμος συνώνυμα, έντιμος λεξικό γλώσσας δανικά, έντιμος στα δανικά
Μεταφράσεις
- έντερο στα δανικά - tarm, tarmen, tarmene, tarme
- έντεχνος στα δανικά - ekspert, dygtig, håndværksmæssig, håndværksmæssig udførelse, fagmæssig, håndværksmæssigt, håndværksmæssige
- έντομο στα δανικά - insekt, insekter, insect, insekt-, insektet
- έντονα στα δανικά - stærkt, ivrigt, opmærksomt, skarpt
Τυχαίες λέξεις
Έντιμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ærlig, ærlige, ærligt
Μεταφράσεις: ærlig, ærlige, ærligt