Λέξη: διάκονος

Σχετικές λέξεις: διάκονος

αγαπητός διάκονος, διάκονος που φορούσε γυναικεία ρούχα, διάκονος στέφανος, διάκονος φίλιππος, φώτης διάκονος, θεοδόσιος διάκονος, διάκονοσ πρεσβύτεροσ, διάκονος διονύσιος γιαννακάκης, λέων διάκονοσ, διάκονος βικιπαιδεια

Συνώνυμα: διάκονος

διάκος

Μεταφράσεις: διάκονος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
deacon, a deacon, minister, a servant
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
diácono, el diácono, diáconos, diacono
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
diakon, Diakon, Diakons, zum Diakon, Diakonus
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
diacre, le diacre, diacres, un diacre
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
diacono, il diacono, diaconi, diaconale
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
diácono, deslumbrar, diáconos, o diácono
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
diaken, Deacon, de Diaken, diakenen, van de Diaken
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дьякон, дьяк, диакон, дьяконом, диакона, дьякона
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
diakon, diakonen, til diakon, deacon
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
diakon, diakonen, deacon, deaconen, diakonens
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
diakoni, diakonin, diakoniksi, diakonina, diakonia
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
diakon, diakonen, til diakon, hjælpepræst
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
diákon, jáhen, deacon, diakon, jáhnem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dziekan, diakon, diakona, diakonem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
diakónus, segédlelkész, diakónust, diakónusnak
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
diyakoz, deacon, papaz, bir gönüllüydü, gönüllüydü
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дяк, диякон, диякона, дьякон
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dhjak
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дякон, дякони, дякона, за дякон
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дыякан, дзяк
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
diakon, diakoni, diakoniks, diakonina
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
đakon, đakonat, đakoni sude, đakonom, dekan
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
djákna, djákninn, djákni, Honum
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
diakonas, diakono, diakonai, diakonui, Diakon
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
diakons, diakonu, diakona, diakonam, krāpt
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ѓакон, ѓаконот, ѓаконски, за ѓакон, ѓаконски чин
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
diacon, diaconul, diaconului
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
diákon, diakon, Deacon, Diakona
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
diakon, diakona
Τυχαίες λέξεις