Αναδύομαι στα δανικά

Μετάφραση: αναδύομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
overflade, dukke, opstå, komme, opstår, emerge
Αναδύομαι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναδύομαι

αναδύομαι κλίση, αναδύομαι συνώνυμα, αναδύομαι ορισμός, αναδύομαι αγγλικά, αναδύομαι λεξικό γλώσσας δανικά, αναδύομαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναδρομή στα δανικά - rekursion, recursion, rekursionen, rekursionstypen, rekursionsniveau
  • αναδρομικός στα δανικά - retrospektiv, tilbagevirkende, tilbagevirkende kraft, med tilbagevirkende kraft, retrospektive
  • αναζήτηση στα δανικά - ransage, søgen, quest, søgen efter, stræben, mission
  • αναζητητής στα δανικά - søgende, asylansøgeren, seeker, asylansøgere, søgeren
Τυχαίες λέξεις
Αναδύομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: overflade, dukke, opstå, komme, opstår, emerge