Ασφυξία στα δανικά
Μετάφραση: ασφυξία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kvælning, kvælningsfare, kvælning på, for kvælning
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασφυξία
ασφυξία λεξικό γλώσσας δανικά, ασφυξία στα δανικά
Μεταφράσεις
- ασφαλώς στα δανικά - nok, sikkert, bestemt, helt sikkert, helt, hvert fald
- ασφυκτιώ στα δανικά - kvæle, blive kvalt, kvalt, kvæles, kvæler
- ασφόδελος στα δανικά - påskelilje, Daffodil, påskeliljer
- ασχολία στα δανικά - forfølgelse, jagt, beskæftigelse, erhverv, besættelse, besættelsen, erhvervet
Τυχαίες λέξεις
Ασφυξία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kvælning, kvælningsfare, kvælning på, for kvælning
Μεταφράσεις: kvælning, kvælningsfare, kvælning på, for kvælning