Εμπαικτικός στα δανικά
Μετάφραση: εμπαικτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spottende, Mocking, hån, hånlig, Gøre nar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπαικτικός
εμπαικτικός λεξικό γλώσσας δανικά, εμπαικτικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- εμπάθεια στα δανικά - ild, had, til had, hadet, had på
- εμπαθής στα δανικά - Passionate, Lidenskabelig, passioneret, Lidenskabelige, brænder for
- εμπεδώνω στα δανικά - empedono
- εμπειρία στα δανικά - oplevelse, mærke, erfaring, føle, erfaringer, erfaringerne
Τυχαίες λέξεις
Εμπαικτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spottende, Mocking, hån, hånlig, Gøre nar
Μεταφράσεις: spottende, Mocking, hån, hånlig, Gøre nar