Επίτευξη στα δανικά
Μετάφραση: επίτευξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
virkeliggørelsen, nå, opfyldelsen, opnåelse, opnåelsen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίτευξη
επίτευξη συνώνυμα, επίτευξη των στόχων του νηπιαγωγείου, επίτευξη στόχων, επίτευξη στόχου, επίτευξη ετυμολογία, επίτευξη λεξικό γλώσσας δανικά, επίτευξη στα δανικά
Μεταφράσεις
- επίταξη στα δανικά - rekvisition, rekvisitionen, rekvirering, beslaglæggelse, rekvisitionsnummer
- επίτευγμα στα δανικά - forfølgelse, jagt, virkeliggørelsen, nå, opfyldelsen, opnåelse, opnåelsen
- επίτηδες στα δανικά - forsætligt, bevidst, med vilje, overlæg, bevidst at
- επίτιμος στα δανικά - honorære, honorær, adjungeret, andre honorære, ærestitel
Τυχαίες λέξεις
Επίτευξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: virkeliggørelsen, nå, opfyldelsen, opnåelse, opnåelsen
Μεταφράσεις: virkeliggørelsen, nå, opfyldelsen, opnåelse, opnåelsen