Ένταλμα στα αγγλικά

Μετάφραση: ένταλμα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
warrant, writ, arrest, order, a warrant
Ένταλμα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ένταλμα

writ
  • ένταλμα
  • δικαστικό έγγραφο
  • γραφή
warrant
  • ένταλμα
  • εγγύηση
  • εξουσιοδότηση

Σχετικές λέξεις: ένταλμα

ένταλμα σύλληψης για κορυφαίο ηθοποιό μας που χρωστάει στο δημόσιο, ένταλμα πληρωμής υπόδειγμα, ένταλμα certiorari, ένταλμα προπληρωμής, ένταλμα συλλήψεως, ένταλμα λεξικό γλώσσας αγγλικά, ένταλμα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ένοχος στα αγγλικά - guilty, offender, culprit, guilty of, found guilty, guilty of an
  • ένσταση στα αγγλικά - demur, objection, complaint, plea, an objection, objection of
  • ένταξη στα αγγλικά - accession, incorporation, integration, inclusion, membership
  • ένταση στα αγγλικά - intensity, tension, stress, strain, volume
Τυχαίες λέξεις
Ένταλμα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: warrant, writ, arrest, order, a warrant