Επιλογή στα δανικά

Μετάφραση: επιλογή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
valg, option, mulighed, indstilling, mulighed for, løsning
Επιλογή στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιλογή

επιλογή browser, επιλογή τηλεόρασης, επιλογή ηλιακού θερμοσίφωνα, επιλογή ασφαλιστικού φορέα, επιλογή καλαμάτα, επιλογή λεξικό γλώσσας δανικά, επιλογή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • επιληπτικός στα δανικά - epileptiske, epileptisk, epilepsi, epileptiker, epileptiform
  • επιληψία στα δανικά - epilepsi, af epilepsi
  • επιμέλεια στα δανικά - varetægt, forældremyndighed, forvaring, forældremyndigheden, varetægtsfængslet
  • επιμένω στα δανικά - insistere, insisterer, insistere på, kræve
Τυχαίες λέξεις
Επιλογή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: valg, option, mulighed, indstilling, mulighed for, løsning