Valg στα ελληνικά

Μετάφραση: valg, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκλογές, εκλεκτός, αναγόρευση, επιλογή, εκλογή, εκλογών, εκλογής, εκλογική
Valg στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vagtpost στα ελληνικά - σκοπός, φρουρός, φρουρά, προοπτική, τσιλιαδόρος, καραούλι, βλέπω, ...
  • vakuum στα ελληνικά - κενό, κενού, κενώ, υπό κενό, κενό για
  • valmue στα ελληνικά - παπαρούνα, παπαρούνας, της παπαρούνας, παπαρούνας που, οπίου
  • valnød στα ελληνικά - καρύδι, καρυδιά, ξύλο καρυδιάς, καρυδιάς, καρυδιές
Τυχαίες λέξεις
Valg στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκλογές, εκλεκτός, αναγόρευση, επιλογή, εκλογή, εκλογών, εκλογής, εκλογική